Το Έργο του Πραγματογνώμονα Ασφαλιστικών Εταιρειών
to ergo tou pragmatognwmona

Περί Πραγµατογνωµόνων Ασφαλιστικών Εταιρειών

Ν.4364/2016

Άρθρο 258

Ποινικές κυρώσεις

Παράγραφος 4.

Ανεξαρτήτως της εφαρμογής των οικείων διοικητικών κυρώσεων του παρόντος νόμου και με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων όπου το αδίκημα τιμωρείται βαρύτερα, με φυλάκιση τουλάχιστον ενός μηνός και με χρηματική ποινή τιμωρούνται πραγματογνώμονες οι οποίοι κατά την εκτίμηση της εκτάσεως πραγματοποιηθείσας ζημίας και καθορισμό της οφειλομένης αποζημίωσης προς τον ζημιωθέντα εν γνώσει πραγματοποιούν ψευδείς εκτιμήσεις ή δηλώσεις προς όφελος της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης ή του ζημιωθέντα ασφαλισμένου.

Άρθρο 259

Πραγματογνώμονες

1.Οι υπό των ασφαλιστικών επιχειρήσεων οριζόμενοι πραγματογνώμονες για την εκτίμηση πραγματοποιηθείσας ζημίας και τον καθορισμό της οφειλομένης αποζημιώσεως, υποχρεούνται όπως αντίγραφο της εκθέσεώς τους κοινοποιούν στον ζημιωθέντα. Η ασφαλιστική επιχείρηση υποχρεούται όπως εντός δεκαπέντε (15) ημερών από της υποβολής της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης γνωστοποιήσει στον δικαιούχο τυχόν αποζημίωσης με βάση τους γενικούς και ειδικούς όρους του σχετικού ασφαλιστηρίου συμβολαίου την αποδοχή αυτής ή μη, εκτός εάν επέλθει εν τω μεταξύ φιλικός διακανονισμός.

  1. Σε περίπτωση αποδοχής από την ασφαλιστική επιχείρηση και του δικαιούχου της προσδιορισθείσας από την πραγματογνωμοσύνη ασφαλιστικής αποζημίωσης, η ασφαλιστική επιχείρηση υποχρεούται αμελλητί στην καταβολή αυτής στον δικαιούχο.

  2. Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που ορίζονται ως πραγματογνώμονες από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις ενεργούν αμερόληπτα, ανεξάρτητα και χωρίς προκατάληψη με σκοπό την εξέταση και εκτίμηση δηλωθείσας ζημιάς ή/και απώλειας σύμφωνα τους γενικούς και ειδικούς όρους ασφαλιστηρίου συμβολαίου. Οι ανωτέρω πραγματογνώμονες, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ευθύνονται κατά τις διατάξεις των άρθρων 256 και 258 του παρόντος.

Άρθρο 256

Διοικητικές Κυρώσεις

  1. Ανεξαρτήτως της εφαρμογής των οικείων ποινικών διατάξεων του παρόντος νόμου και με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων, η Εποπτική Αρχή μπορεί να επιβάλλει στην ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, στα μέλη της διοίκησής της ως και σε οποιοδήποτε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο παραβιάζει τις διατάξεις ευρωπαϊκού δικαίου αμέσου εφαρμογής, του παρόντος νόμου, των κατ’ εξουσιοδότηση αποφάσεών του ή την κείμενη ασφαλιστική νομοθεσία, επίπληξη ή πρόστιμο ύψους μέχρι δύο εκατομμυρίων (2.000.000) ευρώ.
  2. Ανεξαρτήτως της εφαρμογής των οικείων ποινικών διατάξεων του παρόντος νόμου και με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων, η Εποπτική Αρχή μπορεί να επιβάλει πρόστιμο μέχρι διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ στην ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, στα μέλη της διοίκησής της ως και σε οποιοδήποτε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο αρνείται τη συνεργασία ή παρακωλύει έρευνα ή έλεγχο, που αυτή διενεργεί σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, τον παρόντα νόμο, των κατ’ εξουσιοδότηση αποφάσεών του ή την κείμενη ασφαλιστική νομοθεσία.
  3. Ανεξαρτήτως της εφαρμογής των οικείων ποινικών διατάξεων του παρόντος νόμου και με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων, και με την επιφύλαξη της εφαρμογής της παραγράφου 1 του παρόντος, η Εποπτική Αρχή μπορεί να επιβάλλει πρόστιμο ύψους μέχρι εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ και σε περίπτωση υποτροπής μέχρι τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που παραβαίνει τις διατάξεις της κείμενης ασφαλιστικής νομοθεσίας περί υποχρεωτικής ασφάλισης οχημάτων και ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης.
  4. α) Σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί ειδική συμμετοχή ή αυξηθεί η υφιστάμενη συμμετοχή στο κεφάλαιο ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, χωρίς την, βάσει του άρθρου 43 του παρόντος, απαιτούμενη κατά περίπτωση γνωστοποίηση ή έγκρισή της από την Εποπτική Αρχή, η Εποπτική Αρχή μπορεί να επιβάλλει στους κατόχους των συμμετοχών αυτών τις παρακάτω κυρώσεις, διαζευκτικά ή σωρευτικά: αα) Πρόστιμο μέχρι ποσοστού 10% της αξίας των μετοχών που απέκτησαν τα πρόσωπα αυτά.

αβ) Αποκλεισμό από το διοικητικό συμβούλιο ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων, καθώς και από μέλος διοίκησης ή οποιαδήποτε διευθυντική θέση σε ασφαλιστική και αντασφαλιστική επιχείρηση για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, προκειμένου περί φυσικών προσώπων.

β) Σε περίπτωση μη τήρησης των υποχρεώσεων γνωστοποίησης στην Εποπτική Αρχή περί της αλλαγής της ταυτότητας των φυσικών προσώπων που ελέγχουν νομικά πρόσωπα, κατόχους ειδικής συμμετοχής, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 15 του άρθρου 43 του παρόντος, ή δεν υπάρξει συμμόρφωση προς την τυχόν απαίτηση της Εποπτικής Αρχής για την εφαρμογή των προβλεπομένων στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 43 του παρόντος, η Εποπτική Αρχή μπορεί να επιβάλλει στα φυσικά πρόσωπα που αφορά η σχετική παράλειψη ή η μη συμμόρφωση, τις κυρώσεις της υποπερίπτωσης αβ΄ της προηγούμενης περίπτωσης της παρούσας παραγράφου.

γ) Στα πρόσωπα που δεν τηρούν την υποχρέωση ενημέρωσης της Εποπτικής Αρχής, βάσει της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 43 του παρόντος, ως προς τη μείωση συμμετοχής, η Εποπτική Αρχή μπορεί να επιβάλει πρόστιμο ύψους μέχρι ποσοστού 5% της αξίας των μετοχών που μεταβιβάσθηκαν χωρίς προηγούμενη ενημέρωσή της.

  1. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 15 του άρθρου 43 στις υποδείξεις της Εποπτικής Αρχής για τη λήψη διορθωτικών μέτρων σύμφωνα με αυτή τη διάταξη, η Εποπτική Αρχή μπορεί, διαζευκτικά ή σωρευτικά:

α) να επιβάλλει την απομάκρυνση των ανωτέρω προσώπων, για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, από το διοικητικό συμβούλιο ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων και από μέλος διοίκησης ή οποιαδήποτε διευθυντική θέση σε ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις,

β) να αναστέλλει, μέχρι να αρθούν οι συνθήκες που επέβαλαν τη λήψη των συγκεκριμένων μέτρων, την άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου, που απορρέουν από τις μετοχές που κατέχουν τα πρόσωπα αυτά ή τα νομικά πρόσωπα που αυτά ελέγχουν, γ) να απαγορεύει οποιαδήποτε νέα συναλλαγή ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων με τα πρόσωπα αυτά ή με οποιαδήποτε νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από αυτά, καθώς και να κηρύσσει ληξιπρόθεσμα και αμέσως απαιτητά τα δάνεια που έχουν λάβει όλα τα πιο πάνω πρόσωπα από την εν λόγω επιχείρηση.

  1. Κατά την επιμέτρηση των κυρώσεων λαμβάνονται ενδεικτικά υπόψη η επίπτωση της παράβασης στην εύρυθμη λειτουργία της ασφαλιστικής αγοράς, ο κίνδυνος διατάραξης της συστημικής σταθερότητας, ο κίνδυνος πρόκλησης βλάβης στα συμφέροντα των ασφαλιζομένων, το ύψος της πραγματικά προκληθείσας ζημίας σε αυτούς ως και η τυχόν ανόρθωση της, η λήψη μέτρων για την άρση της παράβασης στο μέλλον, ο βαθμός συνεργασίας με την Εποπτική Αρχή κατά το στάδιο διερεύνησης και ελέγχου, οι ανάγκες της ειδικής και γενικής πρόληψης και η τυχόν καθ’ υποτροπή τέλεση παραβάσεων του παρόντος νόμου ή της λοιπής νομοθεσίας για τις ασφαλίσεις.

  2. Τα πρόστιμα που επιβάλλει η Εποπτική Αρχή αποτελούν δημόσιο έσοδο και εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. 8. Οι αποφάσεις της Εποπτικής Αρχής με τις οποίες επιβάλλονται κυρώσεις μπορεί να δημοσιοποιούνται, για την ενίσχυση της διαφάνειας στην αγορά, εφόσον αυτή κρίνει ότι η σχετική δημοσιοποίηση δεν συνδέεται με τις εποπτικές απαιτήσεις που θεσπίζονται με τον παρόντα νόμο και δεν είναι πιθανό να δημιουργήσει κίνδυνο σοβαρής διατάραξης των χρηματοπιστωτικών αγορών ή δυσανάλογης ζημίας στα ενδιαφερόμενα μέρη.

  3. Τα όργανα διοίκησης της Εποπτικής Αρχής, όπως και το προσωπικό αυτής δεν ευθύνονται αστικά έναντι τρίτων για πράξεις ή παραλείψεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους εντός των κατά τον παρόντα νόμο αρμοδιοτήτων τους, καθώς επίσης εντός των λοιπών αρμοδιοτήτων τις οποίες ασκεί η Εποπτική Αρχή κατά ανάθεση δημόσιας εξουσίας, εκτός εάν τα υπαίτια πρόσωπα βαρύνονται με δόλο.

Σύνοψη

Οι πραγματογνώμονες ορίζονται από τον Ασφαλιστή με μοναδικό σκοπό την εκτίμηση πραγματοποιηθείσας ζημίας και τον καθορισμό της οφειλόμενης αποζημίωσης. Ειδικότερα μελετούν, διερευνούν και αποδεικνύουν το μηχανισμό της ζημίας, τον ενδεχόμενο ηθικό κίνδυνο αυτής, την έκταση της ζημίας καθώς και την μέθοδο και διαδικασία και το κόστος αποκατάστασης της με τρόπο απολύτως επιστημονικό και νόμιμο. Ωστόσο ο ζημιωθέντας ασφαλισμένος έχει το δικαίωμα να ορίσει και ο ίδιος τεχνικό σύμβουλο-πραγματογνώμονα οποτεδήποτε, το δε κόστος αυτού θα επιβαρύνει τον ζημιωθέντα ασφαλισμένο.Δυνητικά μπορεί να επανακτηθεί κατόπιν σχετικής δικαστικής απόφασης.

Σε μερικές περιπτώσεις οι πραγματογνώμονες επιβάλλεται να μελετούν, επικουρικά, την ζημία κάνοντας χρήση των κανόνων και οδηγιών της Τέχνης και της Επιστήμης, καθώς και τη χρήση της τεχνολογίας, των Αρχών, των σχετικών ερευνητικών εργαστηρίων και Σχολών.

Οι οριζόμενοι πραγματογνώμονες συνάγεται ότι είναι κάτοχοι πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ωστόσο ειδικότητας ή/και πιστοποίησης σχετικής με το αντικείμενο της ζημίας που αναλαμβάνουν να μελετήσουν.Δυνητικά μπορούν να συνεπικουρούνται απο ειδικευμένους τεχνικούς.

Οι πραγματογνώμονες είναι υποχρεωμένοι να κοινοποιούν αντίγραφο της πραγματογνωμοσύνης στον ζημιωθέντα ασφαλισμένο. Η κοινοποίηση αυτή μπορεί να γίνει και από τον Ασφαλιστή.

Μετά την κοινοποίηση της πραγματογνωμοσύνης και εντός 15 ημερών από την κοινοποίηση της, ο Ασφαλιστής υποχρεούται να γνωστοποιήσει στον δικαιούχο της αποζημίωσης την αποδοχή ή μη ταύτης εκτός αν επέλθει, εν τω μεταξύ, φιλικός διακανονισμός.

Αν υπάρξει αποδοχή σχετική με την αποζημίωση μεταξύ του Ασφαλιστή και του δικαιούχου της, ο Ασφαλιστής υποχρεούται να αποζημιώσει αμέσως τον δικαιούχο. Αν δεν το πράξει άμεσα δύναται να ανακληθεί προσωρινά η/και οριστικά η άδεια λειτουργίας του κατόπιν σχετικής αιτίασης η/και να επιβληθούν χρηματικά πρόστιμα.

Οι οριζόμενοι πραγματογνώμονες τιμωρούνται με φυλάκιση και χρηματική ποινή εάν κατά την εκτίμηση της έκτασης της πραγματοποιηθείσας ζημίας και της οφειλόμενης αποζημίωσης ποιούνται, εις γνώση τους, ψευδείς εκτιμήσεις ή/και δηλώσεις προς όφελος είτε του Ασφαλιστή είτε του ζημιωθέντα ασφαλισμένου και δικαιούχου αποζημίωσης.

Στους γενικούς όρους των ασφαλιστηρίων ενίοτε αναφέρονται διαδικασίες σχετικές με την διαιτησία (διαιτητική πραγματογνωμοσύνη) ωστόσο η διαιτησία για να ενεργοποιηθεί χρήζει της σύμφωνης γνώμης των συμβαλλομένων και της υπογραφής ειδικής συμφωνίας ή/και της ύπαρξης της νωρίτερα της  ζημίας.

Οι πραγματογνώμονες υποχρεούνται να εξετάσουν και να εκτιμήσουν τη δηλωθείσα ζημιά ή/και απώλεια σύμφωνα τους γενικούς και ειδικούς όρους ασφαλιστηρίου συμβολαίου αλλά δεν υποχρεούνται να γνωματεύσουν επί των όρων και εξαιρέσεων των ασφαλιστηρίων σε ευθεία σχέση με την ζημία δηλαδή το κατά πόσο οι γενικοί και ειδικοί όροι, οι διαδικασίες και οι περιορισμοί καθώς και οι ρητές η/και συναγόμενες εξαιρέσεις προσκρούουν ή όχι στη Ζημία εκτός και αν κατέχουν, την σχετική με την ζημία, πιστοποίηση γνώσεων ασφαλιστικών διαμεσολαβητών δηλαδή το αντίστοιχο πιστοποιητικό επιπέδου Β-Γ-Δ όπου το επίπεδο καθορίζεται από το είδος της ζημίας που αναλαμβάνουν να μελετήσουν.

Αυτή η πρόσθετη γνωμάτευση εφόσον τους ζητηθεί και αυτοί δύνανται να την εκπονήσουν, θα γίνει κατόπιν ειδικής συμφωνίας και με ειδική αμοιβή.Τούτο συμβαίνει, κατά την απόλυτη προσωπική μας κρίση, διότι η τελική απόφαση για την αποζημίωση του παθόντα καθώς και για το ύψος αυτής αφορά στην απόλυτη τελική Κρίση του Ασφαλιστή κατόπιν συνεκτίμησης με διαφοροδιαγνωστική μέθοδο των κάτωθι (ενδεικτικά όχι περιοριστικά):

-της δήλωσης της ζημίας, της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης, των σχετικών εγγράφων από τις εμπλεκόμενες Αρχές κ.α.

-των γενικών και ειδικών όρων, των διαδικασιών, των περιορισμών καθώς και των ρητών και συναγομένων εξαιρέσεων που διέπουν αφενός το ασφαλιστήριο αφετέρου την Ασφαλιστική Νομοθεσία σε ευθεία σχέση με τη ζημία.

-των προσκομισθέντων συμπαρομαρτούντων εγγράφων και των παραγόντων προέλεγχου και ανάληψης του κινδύνου.

-της συνεργασίας με τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή, το πιστοποιητικό επιπέδου το οποίο κατέχει, τη μεταξύ τους σύμβαση και το ισχύον νομικό και θεσμικό πλαίσιο.

-των διαδικασιών ανάληψης του Κινδύνου, των περιγραφών και αναφορών της αίτησης ασφάλισης και των κάθε είδους προσυμβατικών δηλώσεων του ασφαλισμένου, του δυνητικού προασφαλιστικού έλεγχου που διενεργήθηκε είτε από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή είτε απο το διορισθέντα πραγματογνώμονα κ.α.

-της Διαχείρησης του Κινδύνου μέσα στο Χρόνο δηλαδή την δυνητική επιθεώρηση του κατά τη διάρκεια του ασφαλιστηρίου και ενωρίτερα της ζημίας, των πραγματογνωμοσυνών που αφορούσαν σε άλλες ζημίες και λόγω της συνάφειας τους μπορούν να εκληφθούν ως επιθεωρήσεις κατά τη διάρκεια του ασφαλιστηρίου κ.α.

-τα ασφαλιστικά βάρη των αντισυμβαλλομένων δηλαδή οι υποχρεώσεις τους, κατά το ασφαλιστήριο και κατά πόσο αυτές τηρήθηκαν.

-τις έγγραφες δηλώσεις των αντισυμβαλλομένων και των εμπλεκομένων ασφαλιστικών διαμεσολαβητών σε κάθε βαθμίδα και σε κάθε χρονική στιγμή.

-την επέλευση της ζημίας, τις διαδικασίες και τα γεγονότα που επήλθαν μετά από αυτή δηλαδή του μηχανισμού της και των σχετικών ενεργειών, κατευθύνσεων, υποχρεώσεων, διαδικασιών κ.α.

Ο Πραγματογνώμων δεν είναι δικαστής ούτε υπαίτιος για την έκβαση της αποζημίωσης του παθόντα. Ο Πραγματογνώμων μελετά την πραγματική πραγματοποιηθείσα θετική ή/και αποθετική ζημία με απόλυτα επιστημονικό τρόπο όχι επιστημονικοφανή, δυνάμει αποδείξεων, όχι ενδείξεων ή/και πιθανών εκδοχών. Ο χειρισμός της πραγματογνωμοσύνης είναι στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Πραγματογνώμονα ο οποίος δεν υποχρεούται να αποκαλύπτει πληροφορίες, μεθόδους, διαδικασίες και σχετικά στοιχεία αυτής στους εμπλεκόμενους. Η δε απόφαση της αποζημίωσης στον ζημιωθέντα ασφαλισμένο εναπόκειται αποκλειστικά στην Κρίση του Ασφαλιστή. Η Κρίση αυτή δύναται να προσβληθεί από τον ασφαλισμένο, το παθόντα ή/και  τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή του στις σχετικές Αρχές ΤτΕ – ΣτΚ -ΥΠΑΝ – ΕΑΕΕ.

Μοιραστείτε το :

Παρόμοια θέματα

Leave a comment

You must be logged in to post a comment.