ΡΗΤΙΝΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ | ||
Πηγή ΥΠΕΚΑ http://www.ypeka.gr/Default.aspx?tabid=583 | ||
Τι είναι η ρητίνη Ορισμένα κωνοφόρα δένδρα, όταν τραυματιστούν από διάφορες αιτίες (άνεμο, φωτιά, κεραυνό ή κ.ά.) εκκρίνουν ένα πυκνόρρευστο, κολλώδες, άχρωμο υγρό, τη ρητίνη, η οποία καλύπτει την πληγή και προστατεύει το δένδρο από προσβολές υγρασίας, σήψης και ξυροφθόρων εντόμων. Η ροή της ρητίνης γίνεται μέσω των ρητινοφόρων αγωγών, οι οποίοι συνδέονται μεταξύ τους δημιουργώντας ένα «δίκτυο συγκοινωνούντων αγγείων». Ρητινοφόρους αγωγούς διαθέτουν τα πεύκα, η ερυθρελάτη και τα ξενικά είδη ψευδοτσούγκα και λάρικα, όμως σημαντικές ποσότητες ρητίνης παράγουν κυρίως η χαλέπιος πεύκη (Pinus halepensis) και δευτερευόντως η τραχεία πεύκη (Pinus brutia). Στην Ελλάδα σήμερα η παραγωγή ρητίνης προέρχεται εξ ολοκλήρου από τη χαλέπιο πεύκη, ενώ στο παρελθόν ρητινεύονταν και κάποια δάση τραχείας πεύκης.Συγκομιδή της ρητίνης Στη χώρα μας η ρητινοσυλλογή ρυθμίζεται από το Β.Δ 439/68 ΦΕΚ (150/Α/1968). Σήμερα χρησιμοποιείται αποκλειστικά η μέθοδος της αποφλοίωσης με διάνοιξη μετώπου και χημική επίδραση πάστας θειικού οξέος. Η μέθοδος αυτή αξιοποιώντας την ανατομία του ξύλου (αξονικοί και ακτινικοί ρητινοφόροι αγωγοί) προκαλεί τον ερεθισμό και το άνοιγμα των ακτινικών αγωγών. Χρησιμοποιούνται ειδικά εργαλεία για τη διαμόρφωση του μετώπου ρητίνευσης και την τοποθέτηση σε αυτό της πάστας θειικού οξέος. Η παραγόμενη ρητίνη οδηγείται από το μέτωπο με τη βοήθεια μεταλλικών οδηγών ροής σε μεταλλικά ή πλαστικά δοχεία τα οποία στερεώνονται κατάλληλα στη βάση του μετώπου. Οι εργασίες ρητίνευσης ξεκινούν το Μάρτιο κάθε έτους και ολοκληρώνονται το μήνα Νοέμβριο.Η ρητίνευση δεν έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα του ξύλου, που εξακολουθεί να είναι κατάλληλο για διάφορα προϊόντα (πριστή ξυλεία, χαρτοπολτός, μοριόπλακες κ.ά) μέχρι την απορητίνευσή του, οπότε το δένδρο υλοτομείται αμέσως αφού αφαιρεθούν όλα τα μεταλλικά αντικείμενα που χρησιμοποιούνται κατά τη διαδικασία ρητίνευσης. Χρήσεις της ρητίνης Η χρήση και παραγωγή της ρητίνης είναι γνωστή στον άνθρωπο από την αρχαιότητα. Η αρχαιότερη ιστορική αναφορά παγκοσμίως είναι αυτή του Θεόφραστου στην «περί φυτών πραγματεία» του, το 300 περίπου π.χ. στην οποία αναφέρει λεπτομερώς τη μέθοδο συλλογής ρητίνης στην εποχή του καθώς και τη μέθοδο παρασκευής της κολοφώνιας πίσσας. Οι αρχαίοι λαοί, όπως Κινέζοι, Ιάπωνες και Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν τη ρητίνη για την παραγωγή λάκκας και βερνικιών. Είναι επίσης γνωστή η χρήση της στη στεγανοποίηση των ξύλινων πλοίων, την παρασκευή του υγρού πυρός (εύφλεκτης πολεμικής ύλης) κατά το μεσαίωνα, αλλά και στην παραγωγή της ρετσίνας και εμπλάστρων για ιατρικούς σκοπούς. Σήμερα χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη παραγωγής ποικιλίας βιομηχανικών προϊόντων:
Οικονομική και κοινωνική σημασία της ρητίνης
Συνοπτικά μπορούμε να συνοψίσουμε τις αιτίες που οδήγησαν στην παρούσα κατάσταση, διαχρονικά, ως εξής:
Η σημασία της ρητίνευσης στην προστασία των δασών Ανοίγουν μονοπάτια για να κινούνται από δένδρο σε δένδρο και απομακρύνουν τον υπόροφο (ήτοι τα δέντρα και θάμνοι που φύονται κάτω από την κομοστέγη των δέντρων) και συγκροτούν τον κύριο πληθυσμό ενός δάσους γύρω από τα δένδρα που ρητινεύουν προκειμένου να διευκολύνουν την εργασία τους. Έχει υπολογισθεί ότι κάθε ρητινοσυλλέκτης καθαρίζει το 20% της συνολικής έκτασης που ρητινεύει. Εκτός από τις υπηρεσίες φύλαξης και καθαρισμού των δασών που προσφέρουν, οι ρητινοσυλλέκτες, επεμβαίνουν άμεσα και με προσωπικό ενδιαφέρον στην κατάσβεση των δασικών πυρκαγιών. Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα που πυρκαγιές αντιμετωπίστηκαν εν τη γενέσει τους από τους ρητινεργάτες και αποφεύχθηκε η καταστροφική επέκτασή τους. Για την προσφορά τους αυτή επιδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό για κάθε κιλό παραγόμενης ρητίνης. Επίσης τους παραχωρούνται από τη Γενική Διεύθυνση Δασών τα υλικά ρητίνευσης (πάστα θειικού οξέος, ψεκαστήρες, σακούλες και δοχεία συλλογής ρητίνης), σε μια προσπάθεια διατήρησης και ενίσχυσης του παραδοσιακού και εξόχως σημαντικού αυτού επαγγέλματος για την προστασία των δασών. Θέματα άξια σοβαρής σκέψης: Η έκταση της Ελλάδας είναι ~132.000.000.000 m2 όπου τα δάση εκτιμώνται στο ~ 50-60% αυτής ήτοι 66.000.000.000 μ2 ή/και 66.000.000 στρέμματα. Αν θεωρήσουμε πως τα μισά δάση είναι παραγωγικά (33.000.000 στρέμματα) αυτό σημαίνει ότι υπάρχει σοβαρή δυνατότητα για την ανάπτυξη έργου που θα μπορούσαν να απασχοληθούν άνεργοι και νέοι που ενδιαφέρονται για παρόμοιες δράσεις η/και δασοτουρισμού κλπ. Η βιομάζα που τα δάση αποθέτουν ως υπολείμματα της ανάπτυξής τους και εκτιμάται ως καύσιμη ύλη υπολογίζεται σε ~2 τόνους/στρέμμα.Κάθε έτος καίγονται περί τα 500.000 στρέμματα δάσους. Σε αυτά αντιστοιχούν 1.000.000 τόνοι υπολειμμάτων βιομάζας. Αν η βιομάζα μπορούσε να μαζευτεί και να μεταφερθεί με φορτηγά των 20 κυβικών και με την προϋπόθεση πως το ειδικό βάρος της είναι ~700kg/m3 , κάθε φορτηγό θα μπορούσε να μεταφέρει ~10-11 τόνους βιομάζας λόγω του συντελεστή επιπλήσματος που εκφράζει την διόγκωση του συμπαγούς υλικού λόγω των κενών που δημιουργούνται. Εκτιμάται να απαιτούνται ~200.000 μεταφορές και επιστροφές οχημάτων και ειδικών μηχανημάτων, χρήση εργαλειομηχανών και εργατικού δυναμικού καθώς και κόστη ενέργειας. Το μέσο κόστος ανά μεταφορά και επιστροφή υπολογίζεται σε 2000€ ήτοι 400.000.000€/ετησίως για τη περισυλλογή της. Ωστόσο ακόμα και αν διατεθούν τα σχετικά κρατικά κονδύλια, αναφύεται το ερώτημα σχετικά με το που θα αποθηκευτεί και πώς θα γίνει χρήσιμη ώστε να παραγάγει έργο η/και εισόδημα. Το κόστος αναδάσωσης υπολογίζεται ως υπέρογκο οικονομικό κόστος καθότι σε ένα στρέμμα μπορούν να φυτευτούν ~200 δέντρα με μέσο κόστος 150€ /δέντρο. Αν στο κόστος αυτό υπολογίσουμε το κόστος ποτίσματος και περιποίησης για 3 έτη τότε υπολογίζεται σε 40.000€/στρέμμα . Στα 500.000 στρέμματα έχουμε κόστος 20.000.000.000€/ετησίως . Το δάσος αναδασώνεται απο μόνο του, με φυσικό τρόπο καθότι η καμμένη ύλη τις περισσότερες φορές ενεργεί ως λίπασμα. Συμπερασματικά μπορούμε να ελπίζουμε μόνο σε φυσική αναδάσωση υπό την αίρεση πως, η προς φυσική αναδάσωση περιοχή, δεν θα ξανακαεί εντός της πρώτης 3ετίας. Η Γη και η Φύση επιλέγει το δέντρο που θα ευδοκιμήσει στη περιοχή. Σε παλαιότερες προσπάθειες φύτευσης άλλων ειδών με σκοπό την αντικατάσταση των υφισταμένων και δη των πεύκων, αυτό δεν ευδοκίμησε, όταν το πεύκο ευδοκιμεί και αναπτύσσεται με γρήγορο ρυθμό.
|